patrimoine

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
patrimoine patrimoines

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

patrimoine (fr) αρσενικό

Συγγενικά

[επεξεργασία]