moderno
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ισπανικά (es)
[επεξεργασία]ενικός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | moderno | modernos |
θηλυκό | moderna | modernas |
Επίθετο
[επεξεργασία]moderno (it)
Ιταλικά (it)
[επεξεργασία]ενικός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | moderno | moderni |
θηλυκό | moderna | moderne |
Επίθετο
[επεξεργασία]moderno (it)