mebel

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]

mebel < γερμανική Möbel < γαλλική meuble < λατινική mobilis (κινητός)

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ˈmɛbɛl/
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

mebel (pl) αρσενικό

Συγγενικά

[επεξεργασία]