any

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αντωνυμία

[επεξεργασία]

any (en) (αόριστη αντωνυμία)

  1. κανένας, κάποιος, καθόλου, τίποτα, χρησιμοποιείται σε αρνητικές προτάσεις και σε ερωτήσεις που πρέπει να αναφέρεται σε ένα ποσό ή έναν αριθμό, όσο μεγάλο ή μικρό
    Did you find any?
    Βρήκες κανένα;
    No, I didn’t see any.
    Όχι, δεν είδα κανένα.
    Don’t say anything to any of them.
    Μην πεις τίποτε σε κανέναν τους.
    I didn’t share any of his posts.
    Δεν κοινοποίησα καμία από τις αναρτήσεις του.
    It’s difficult to relate any of those phenomena with any known causes.
    Είναι δύσκολο να συσχετίσει κανείς αυτά τα φαινόμενα με οποιεσδήποτε γνώστες αιτίες.
    Do you have any other?
    Έχεις κάποιο άλλο;
    He ate all of the dessert; he didn’t leave any for us.
    Έφαγε όλο το γλυκό· δεν άφησε καθόλου για μας.
    I didn’t hear any of what you said.
    Δεν άκουσα τίποτε από όσα είπες.
    I don’t want any of them.
    Δε θέλω τίποτα από αυτά.
    → δείτε τις λέξεις anybody, anyone και anything
  2. όποιος, ό,τι, ένα ή περισσότερα από έναν αριθμό ατόμων ή πραγμάτων, ειδικά όταν δεν έχει σημασία ποιο
    Take any you want.
    Πάρε όποιο θέλεις.
    I will give you any I have.
    Θα σου δώσω ό,τι έχω.
     συνώνυμα: → δείτε τη λέξη whatever

Επίρρημα

[επεξεργασία]

any (en) (χωρίς παραθετικά)

  • καθόλου, χρησιμοποιείται για να τονίσει ένα επίθετο ή ένα επίρρημα σε αρνητικές προτάσεις ή ερωτήσεις
    Is he any better today?
    Είναι καθόλου καλύτερα σήμερα;
    She doesn’t live here any longer.
    Δεν μένει πια εδώ.

any (en)

  1. κανένας, καθόλου, άλλος, χρησιμοποιείται με μη μετρήσιμα ή πληθυντικά ουσιαστικά σε αρνητικές προτάσεις και ερωτήσεις για να αναφέρεται σε ένα ποσό ή έναν αριθμό από κάτι, όσο μεγάλο ή μικρό
    Do you have any money/friends?
    Έχεις χρήματα/φίλους;
    I don’t have any money/friends.
    Δεν έχω χρήματα/φίλους.
    Are there any letters for me?
    Υπάρχει κάνα γράμμα για μένα;
    Do you want to see any thrillers?
    Θέλεις να δούμε κανένα θρίλερ;
    We did it without any difficulty.
    Το κάναμε χωρίς καμία δυσκολία.
    I ate a lot of food and now I do not have any appetite for dessert.
    Έφαγα πολύ φαγητό και τώρα δεν έχω καθόλου όρεξη για γλυκό.
    I don’t see any sand in your eye.
    Δεν βλέπω καθόλου άμμο στο μάτι σου.
    I like oranges; I don’t eat any other fruits.
    Μου αρέσουν τα πορτοκάλια· τα άλλα φρούτα δεν τα τρώω.
    I don’t want any more coffee.
    Δεν θέλω άλλο καφέ.
    I don’t want any other sweets.
    Δε θέλω άλλο γλυκό.
    Do you have any other books?
    Έχετε άλλα βιβλία;
  2. οποιοσδήποτε, οποιαδήποτε, οποιοδήποτε, όποιος, τυχόν, χρησιμοποιείται με μετρήσιμα ουσιαστικά για να αναφέρεται σε ένα από πολλά πράγματα ή άτομα, όταν δεν έχει σημασία ποιο
    any time - οποιαδήποτε ώρα
    Come any day you like.
    Έλα οποιαδήποτε μέρα θέλεις.
    Ask any lawyer.
    Ρώτησε οποιοδήποτε δικηγόρο.
    Any student can answer this.
    Οποιοσδήποτε μαθητής μπορεί ν' απαντήσει σ' αυτό.
    Any children that have their ID with them should stay in the room.
    Όποια παιδιά έχουν μαζί τους ταυτότητα να μείνουν στην αίθουσα.
    Suppose that we have any quadrilateral.
    Έστω ότι έχουμε ένα όποιο τετράπλευρο.
    Οποιονδήποτε κι αν συναντήσεις…
    Any new increases will create problems for consumers.
    Τυχόν νέες αυξήσεις θα δημιουργήσουν προβλήματα στους καταναλωτές.
    You are responsible for any oversights.
    Είσαι υπεύθυνος για (τις) τυχόν παραλείψεις.
     συνώνυμα: → δείτε τη λέξη whatever
  3. (not just any) δεν είμαι όποιος κι όποιος
    Their teacher isn’t just any teacher; he has done important studies.
    Ο δάσκαλός τους δεν είναι όποιος κι όποιος· έχει κάνει σημαντικές σπουδές.

Συγγενικά

[επεξεργασία]



Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

any (ca) αρσενικό