Optio
Optio ή Οπτίων[1] ήταν το όνομα μιας βαθμίδας του στρατού της Αρχαίας Ρώμης. Αν και υπήρχαν διάφορες εκδοχές του, ανάλογα με το σώμα στο οποίο υπηρετούσε, η συνηθέστερη μορφή του ήταν αυτή του optio centuriae, δηλαδή του δεύτερου στην ιεραρχία πίσω από τον εκατόνταρχο. Η λέξη optio προέρχεται από το λατινικό ρήμα «optare» που σημαίνει «επιλέγω», καθώς τον επέλεγε ο ίδιος ο εκατόνταρχος.
Οι optiones κατείχαν σημαντικό ρόλο κατά την ώριμη περίοδο της ρωμαϊκής στρατιωτικής ιστορίας, καθώς η θνησιμότητα των εκατοντάρχων ήταν υψηλή, εξαιτίας της τοποθέτησής τους μπροστά στους άνδρες που διοικούσαν, κάτι που τους έκανε εύκολο στόχο. Αντίθετα ο optio τοποθετούταν πίσω από τις γραμμές για να κρατά σε τάξη τους λεγεωναρίους. Ανάμεσά στα καθήκοντά του ήταν να επιβάλλει την εκτέλεση των διαταγών του εκατοντάρχου, να επιβλέπει τους υφισταμένους του, καθώς και άλλα διοικητικά καθήκοντα. Ένας optio λάμβανε το διπλάσιο μισθό απ�� τους συναδέλφους του και ήταν ο επικρατέστερος υποψήφιος για προαγωγή μόλις έχανε τη ζωή του ένας εκατόνταρχος.
Αντίθετα με τον εκατόνταρχο, ο optio δεν ξεχώριζε από τη στολή του. Αυτό που τον διέκρινε ανάμεσα στους άλλους ήταν το κράνος του, το οποίο είχε λοφίο από τρίχες αλόγου ή φτερά σε καθεμία από τις πλευρές του. Η πανοπλία του ήταν παρόμοια με αυτή των απλών λεγεωναρίων. Φορούσε τη lorica segmentata ή τη lorica hamata και έφερε ένα gladius (κοντό σπαθί) στη δεξιά πλευρά. Ένα άλλο διακριτικό του ήταν ένα ραβδί με το οποίο κρατούσε τους στρατιώτες στη σειρά. Το ραβδί αυτό μπορούσε να έχει ύψος ανάλογο με το δικό του. Επίσης συχνά οι optiones κουβαλούσαν μαζί τους πλάκες από κερί για να σημειώνουν τις διαταγές της ημέρας.
- ↑ Πλουτ. Γαλβ. 24.